- πονηροπολις
- πονηρόπολιςπονηρό-πολις-εως τό город негодяев (прозвище, данное Филиппом одному населенному пункту) Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
πονηρόπολις — Roguetown fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πονηρόπολις — εως, ἡ, ΜΑ πόλη τών πονηρών, τών φαύλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < πονηρός + πόλις] … Dictionary of Greek
πονηρόπολιν — πονηρόπολις Roguetown fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)